Σάββατο 30 Απριλίου 2011

»Νηστησιμο μπανιστηρι

του Βαγγέλη Γεωργίου http://www.protagon.gr/?i=protagon.el.sex&id=6529

Σε ένα χωριό της ορεινής Φθιώτιδας. Από τις πρώτες μέρες των εορτών καταφθάνουν χιλιάδες «θύματα» της αστυφιλίας από την Αθήνα. Όλοι έχουν ένα χωριό να πάνε να ψήσουν. Χωριά που τον χειμώνα είναι νεκρά και όταν έρθει το Πάσχα οι γεροντίστικες πλατείες αρταίνονται από την περατζάδα των περσινών κοριτσόπουλων που.. τώρα όμως μεγάλωσαν γρήγορα..Η κομψότητα δεν είναι πάντα κανόνας, σχεδόν ποτέ. Μαύρες φούστες πάνω από το γόνατο που δεν ταιριάζουν σε άγιες περιστάσεις, 12ποντο τακούνι, καλσόν πολλές φορές δικτυωτό, βάψιμο που όλως περιέργως περνάει απαρατήρητο στους ντάντηδες, ντεκολτεδάκια που αναδεικνύουν τα εφηβικά «λεμονάκια». Τέλος ένα πανωφοράκι και είναι έτοιμες για την...Εκκλησία! Κομψότητα και αιώνες ευλάβειας τσακίστηκαν από μερικές παχιές πινελιές προστυχιάς. Εκεί στην ιερή αίθουσα τσούκου τσούκου τα κουμπάκια από το κινητό για το Μετά. Ποιοι θα είναι, που θα πάνε, πως θα απαγκιστρωθούν από τους γονείς και όλα τα ιντριγκαδόρικα. Η Φαίη όμως ήταν καπάτσα. Δεν ήθελε να προκαλέσει, το έκανε διακριτικά γλιστρώντας το χεράκι της μέσα στο μικρούλι τσαντάκι. Παράλληλα μεταξύ άλλων 14χρονοι κολλάνε τα μάτια τους στις ξεπεταγμένες 17αρες και η φαντασία δεν σέβεται ούτε την εικόνα του Αγιάννη δίπλα τους ούτε τον Επιτάφιο. Οι κόρες των ματιών του Τίμου, ενός 14χρονου ακριβώς απέναντι, είχαν διασταλεί. Την περίμενε καιρό να τη δει και επί τέλους ήρθε.. Δεν ήθελε να τον δει αλλά μόνο να την έβλεπε αυτός.Όταν τελειώσει η εκκλησία και φάνε οικογενειακώς με δυο χάδια «λιώνουν» τους μπαμπούληδες, χαρτζιλικώνονται και αναχωρούν.. Τα χωριά δεν έχουν βραδινή ζωή το πολύ μια καφετέρια που τα βράδια τέτοιες μέρες μετατρέπονται σε μπαρ. Εκεί η Φαίη βρήκε τις δυο της φίλες. Το μαγαζί άρχισε να γεμίζει. Μετά από λίγο έσκασε μια παρέα με τον μικρούλη τους ξάδελφο. Στον μικρό Τίμο λοιπόν παρήγγειλαν Gordon Space, μη το παρακάνουνε κιόλας. Μετά από μια αναγνωριστική ματιά του αμήχανου Τίμου στο μαγαζί, οι κόρες των ματιών πάλι τα ίδια..εντόπισαν εκείνη τη μελαχρινή της Εκκλησίας. Τα Gordons γίναν 2 και έπειτα τρία και ύστερα σφηνάκια...Απέναντι η Φαίη, η κόρη του δημόσιου υπαλλήλου, κάνει να πιει και ταυτόχρονα ρίχνει στον μικρό μας φίλο ένα βλέμμα-δήλωση: “σε βλέπω που με βλέπεις”. Αυτό ήταν. Ο μικρός κλείδωσε! Τα μάτια αερολογούσανε αποφεύγοντάς τη. Ωστόσο η 17χρονη τσούπρα πλησιάζει κοντά στο μπαρ δίπλα στο Τίμο για να ζητήσει ένα ποτήρι νερό.
Ήταν ιδρωμένη από το χορό. Ώσπου να έρθει το νερό υψώνει τα χέρια της κοντά στο στήθος της για να φτιάξει τις τιράντες από το εσώρουχό της καθώς την έσφιγγε. Ταυτόχρονα γυρνάει προς τον μικρό ξεστομίζοντας κάτι αλλά από τη μουσική δεν άκουσε τι.. Αυτή πήρε το νερό της και έφυγε. Ο Τίμος τρελάθηκε. Έβριζε τον εαυτό του που δεν άκουσε. Ήταν ασυγχώρητο. Ήταν μια ήττα. Παρακάλεσε τον μεγάλο του ξάδελφο να πιει άλλο ένα ποτό. Ένα ουίσκι! Φυσικά και εκείνος δεν ήταν χαζούλης αντιλήφθηκε το κεραυνοβόλημα του μικρού. Ποτό στο ποτό η φύση τον καλούσε προς τις αντρικές WC!Περιμένοντας στις τουαλέτες ανοίγει η πόρτα των γυναικείων. Βγαίνει το κεφαλάκι της Φαίης. Τον κοιτάει και με ένα απαθές βλέμμα του ζητάει να μπει μέσα μαζί της! Από τη μέση και κάτω ο Τίμος είχε μυρμηγκιάσει. Τα κάτω άκρα μετά βίας εκτελούσαν τις εντολές του εγκεφάλου που χάραζε τη πορεία προς εκείνη την γυναικεία WC. Μπαίνοντας μέσα κλείνει η πόρτα πίσω του. Η 17χρονη έκρυβε με τα χέρια το στήθος της..το σουτιέν ήταν ξεκούμπωτο. Ο Τίμος για να υπερκαλύψει την αδέξια σιωπή του τη ρωτάει “Αλήθεια τι μου είπες προηγουμένως στο μπαρ δεν σε άκουσα”. “Σου είπα ότι αυτό το σουτιέν πονάει το στήθος μου ”.. Και χωρίς να περιμένει απόκριση του γυρνάει τη πλάτη: “Σε παρακαλώ μπορείς να μου το κουμπώσεις;”. Ο Τίμος για πρώτη φορά στη ζωή του στραβοκατάπιε ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ. Αργούσε να συλλάβει τον μηχανισμό κουμπώματος. Κάπου είχε διαβάσει ότι οι γυναίκες ηδονίζονται αν χειρίζεσαι γρήγορα το σουτιέν τους. Το αποτέλεσμα αναμενόμενο, ΠΑΝΙΚΟΣ, τα δευτερόλεπτα περνούσαν και τίποτα. Η Φαίη μας, γυρνάει και τον κοιτάει με ένα χαμόγελο 80% πονηρό και 20% τρυφερό. “Πως σε λένε;” Τίμο. “Τίμο με κοιτάς όλο το βράδυ από την Εκκλησία μέχρι το μπαρ και τώρα που σου ζητάω να με κουμπώσεις δεν το κάνεις;” Εκείνη την ώρα χτυπάει το κινητό της. To σηκώνει απαντώντας “ναι μωρό μου και γω σε αγαπάω, περίμενε να βγω από το μπαρ για να σε ακούω καλύτερα”. Το κινητό κλείνει, κοιτάει τον Τίμο και με μια αβίαστη κίνηση κατεβάζει τα χέρια της αποκαλύπτοντας το στήθος της στον μικρό, επιτηδευμένα δίχως ενοχή. Τα μάτια του μικρού λειτουργούσαν σαν φωτογραφική μηχανή. Αδυνατούσε να αγγίξει καθώς η εικόνα του αιχμαλώτισε χέρια. “Βλέπεις τώρα γιατί με έσφιγγε το σουτιέν;” Δεν αργεί και ανεβάζει το εσώρουχο. Σπάει τα χέρια της πίσω και το κουμπώνει μόνη της! Ο Τίμος δεν πίστευε αυτό που εξελισσόταν τα τελευταία 2 λεπτά μπροστά του. Eκείνη φοράει τη μπλούζα της και φεύγοντας λέει στον μικρό μας.. “την Μεγάλη Εβδομάδα νηστεύουμε έτσι δεν είναι; Καληνύχτα”.Και όπως έλεγε ένας θείος μου για μια μπαργούμαν.. “για άλλη μια φορά έδωσε «homework» για το σπίτι..”. Βέβαια ένας άλλος θείος, αυτή τη φορά του Τίμου, του' χε πει “μη κολλάς ρε, από «πουτανόσογο είναι, το κρασί του μέθυσου..”

Δεν υπάρχουν σχόλια: