Κυριακή 3 Ιανουαρίου 2010

»Τα Μαθηματα Ζωης του Νικου Κακαουνακη


Η συνέντευξη, δόθηκε στον Νίκο Ζαχαριάδη και δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Esquire» στα πλαίσια της στήλης «Μαθήματα Ζωής».

...Πριν από αυτή τη συνέντευξη, δεν είχα συναντήσει ποτέ τον Νίκο Κακαουνάκη και δεν επρόκειτο να τον συναντήσω ξανά. Με υποδέχθηκε ένα απόγευμα στα γραφεία του «Καρφιού», ξυπόλυτος. Ανήκε σε αυτούς τους ανθρώπους που σκέφτονται καλύτερα όταν έρχονται σε άμεση επαφή με το έδαφος. Αφού με ξενάγησε στο μικρό διαμέρισμα κοντά στο Ερίκος Ντυνάν, που έπαιζε το ρόλο γραφείων της εφημερίδας, κλειστήκαμε στο γραφείο. Από την πρώτη ώρα της συζήτησης δεν κράτησα τίποτα. Έπρεπε πρώτα να κερδίσω την εμπιστοσύνη του. Να διαβλέψει ότι σκοπός μου δεν είναι μια συνέντευξη με τον Κακαουνάκη, αλλά ο ίδιος ο Κακαουνάκης. Σιγά – σιγά λοιπόν, απομακρύνθηκε από τα «τρέχοντα» και είδε τα πράγματα από την απόσταση που σου επιτρέπει να δεις τα συμπεράσματα που ήδη βγάλει από αυτά....
Ν.Ζ.



ΝΙΚΟΣ ΚΑΚΑΟΥΝΑΚΗΣ

Δημοσιογράφος, Αμπελόκηποι

Η λέξη «’ξιάσου», που έχουμε στην Κρήτη, είναι η πεμπτουσία της σχέσης μεταξύ των ανθρώπων. Σημαίνει «εξουσία σου, κάνε ότι θέλεις, ζύγιασε μόνος σου τα πράγματα, δική σου ζωή είναι».
Δεν έχω σκεφτεί τι θα ήθελα να γράψουν στον τάφο μου γιατί δεν έχω σε τόση υπόληψη τον εαυτό μου.
Οι άνθρωποι δεν αντέχουν την πολλή αλήθεια. Αλλά μπορείς τουλάχιστον να μη τους λες πολλά ψέμματα.
Όταν ασχολείσαι με τα προβλήματα των άλλων, κινδυνεύεις να νομίσουν ότι μπορείς να τα λύσεις κιόλας.
Δεν πήγα στον Κοσκωτά, επειδή δεν μπόρεσα να απαντήσω στη γυναίκα μου, όταν με ρώτησε «τι θα τα κάνεις τα λεφτά;» Αφού δεν θα άλλαζα ούτε τρόπο ζωής, ούτε φίλους, ούτε συμπεριφορά, τι να τα έκανα;
Από τις αποτυχίες μου, ουδέν δίδαγμα. Τα ίδια ακριβώς λάθη έκανα. Τα ίδια και μεγαλύτερα.
Είναι μαγκιά να χαιρετάς, ακόμα και στον μεγαλύτερο εχθρό σου. Εγώ ας πούμε, αν ήμουν στη θέση του Μητσοτάκη, δεν θα έλεγα στον Κακαουνάκη ούτε «καλημέρα». Εκείνος όμως το έκανε. Δεν είναι τυχαίος. Γι’ αυτό έχει επιβιώσει τόσα χρόνια.
Τελικά, το πιό αδύναμο σημείο των ανθρώπων, είναι η ματαιοδοξία.
Την επιτυχία την γιορτάζεις μέσα σου. Αυτό σε διατηρεί. Δεν μεταδίδεται.
Παίρνεις δύναμη αμα γυρίζεις πίσω. Και βλέπεις πάλι την απόσταση που διάνυσες. Αν το συνειδητοποιήσεις, λες στον εαυτό σου «τι άλλο θέλεις ρε πιά;». Έτσι εξοικειώνεσαι και με τον θάνατο.
Όταν τρως τα μούτρα σου σηκώνεσαι και ξαναορμάς.
Κάνοντας ταμείο στο τέλος, εκτός από μια καταξίωση, κοινωνική και οικονομική, δεν βλέπω όλο αυτό να οδηγεί πουθενά. Παράδειγμα: Έφυγα από το γραφείο ένα βράδυ και πήγα εδώ δίπλα, σε ένα φαγάδικο με γύρο και τέτοια. Του λέω βάλε μου κι αυτό, βάλε μου και εκείνο, τα παίρνω σε ένα σακουλάκι, ανεβαίνω στη μηχανή, πάω στο σπίτι, τα βάζω επάνω στο τραπέζι, τα βλέπω και λέω στον εαυτό μου: «Καλά ρε, τι μαλάκας είσαι; Είσαι το πρωϊ με τον Κόκκαλη, το μεσημέρι με τον τάδε, το απόγευμα με τον τάδε και μετά με τον τάδε. Με τον τάδε, με τον τάδε και στο τέλος τρως σε ένα κατσαρολάκι!». Τα πέταξα όπως ήταν και έμεινα νηστικός.
Από τα σημαντικότερα πράγματα που θυμάμαι: Ρώτησα μια μέρα εκεί στην πατρίδα μου κάποιον, γιατί πίνει πολύ. Μου απάντησε «Πίνω για να πνίξω τον πόνο μου και αυτός ο κερατάς, έμαθε να κολυμπά».
Πρέπει ο άνθρωπος να κατεβάζει ρολά και να μένει σιωπηλός. Έκανα πριν από δύο χρόνια μια απόπειρα, γιατί είμαι καλός ζωγράφος και γλύπτης, να αρχίσω να ασχολούμαι με αυτό και να κάνω και μια έκθεση. Έργα με πέτρα, ρίζες και κόκαλα. Παλιές ρίζες που τις μαζεύω στα ποτάμια και στη θάλασσα και είναι σχεδόν σχηματισμένες. Έκανα καμμιά τριανταριά κομμάτια, αλλά δεν μπόρεσα. Μου έλειπε η κόντρα. Ξέρω ότι θα το πληρώσω κάποτε.
Όταν έχεις κάνει σχολή σε κάτι, δεν «ξεφουσκώνεις». Υπάρχει η σχολή του Χαρδαβέλα, η σχολή του Καρατζαφέρη... Και αυτοί είναι ακόμα εδώ.
Μπορώ να κοιμηθώ και πάνω σε μια πέτρα αν θελήσω.
Όλοι έχουμε ένα κομμάτι χυδαιότητας μέσα μας. Στην τηλεόραση, ταυτίζεται το κομμάτι της χυδαιότητας αυτού που βλέπει με την χυδαιότητα του παρουσιαστή.
Δεν υπογράφω ποτέ συμβόλαια. Είμαι «λογοτιμίτης». Αμα δεν είμαι ικανοποιημένος, θα με σταματήσει το συμβόλαιο;
Τις ρίζες σου είναι πίσω και πρέπει να τις μουσκεύεις. Να τις ποτίζεις. Γι’ αυτό πηγαίνω συχνά στην Κρήτη. Τις προάλλες, πήρα έναν ξάδερφό μου και του είπα να με πάει στο φαράγγι που σκοτώσαν τον πατέρα μου. Περπατάγαμε μια ώρα πήγα και είπαμε δυό-τρείς κουβέντες... Γιατί εκεί είναι ο πατέρας μου.
Οι γυναίκες είναι το μοναδικό κίνητρο. Είναι η πιο απαραίτητη ζωτική επαφή. Είτε μας αρέσει είτε όχι. Και η αναζήτηση αυτής της επαφής δεν έχει να κάνει ούτε με την ηλικία, ούτε με την τάξη.
Βλέπω ανθρώπους 35-40 χρονών, που κάθονται και φτιάχνουν διαθήκη. Με τι μυαλό έκατσες και έκανες διαθήκη; Τι νομίζουν ότι είναι;
Αμα έχεις ψάξει και ξέρεις για τι μιλάς δεν μπορεί κανείς να σε φέρει «τούμπα».
Ζήτησα δημόσια συγγνώμη για την συμμετοχή μου στη δημιουργία του μύθου της 17 Νοέμβρη.
Είμαι υποχρεωμένος να έχω συνεχή γείωση. Γιατί η έρευνα δεν είναι τίποτα άλλο από κοινή λογική.
Δεν με ενδιαφέρει να ξέρει κανείς αν είμαι ευαίσθητος. Αφορά εμένα και την πάρτη μου.
Όσο σκοτώνεις τόσο πορώνεσαι. Αποκτάς αλαζονεία και νομίζεις ότι είσαι άτρωτος. Όπως ένας πολιτικός που νομίζει ότι δεν θα χάσει ποτέ, έτσι και ο Γιωτόπουλος νόμισε ότι δεν θα τον πιάσει κανένας. Όμως ο χρόνος μέτρησε αντίστροφα. Την πάτησε με ένα ρολόι από την Ταϊβάν. Τόσο απλά.

Δεν υπάρχουν σχόλια: