Κυριακή 2 Μαΐου 2010

»Η κριση και η αριστερα

Του ΤΑΣΟΥ ΠΑΠΠΑ ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ

«Η αριστερά δεν πάσχει μόνο από την έλλειψη εναλλακτικής, ενός κόσμου ιδεών, και μιας κοινωνικής βάσης, πάσχει επίσης από την έλλειψη μιας κρίσης...
Η κρίση αυξάνει τη θερμοκρασία της πολιτικής και βοηθά να λιώσουν παγωμένοι ορισμοί ταυτότητας και συμφέροντος... Δίχως τη βοήθεια της κρίσης η αριστερά μοιάζει καταδικασμένη σε μια λειτουργία αναμονής». Τα παραπάνω αναφέρει στο βιβλίο του «Τι πρέπει να προτείνει η Αριστερά» (εκδόσεις «Ευρασία») ο καθηγητής του Χάρβαρντ και επί δέκα χρόνια υπουργός στις κυβερνήσεις του... Λούλα, Ρομπέρτο Ουνγκέρ.

Η κρίση του καπιταλιστικού συστήματος είναι δεδομένη, άρα, σύμφωνα με τον Ουνγκέρ, οι συνθήκες είναι ευνοϊκές για την αριστερά. Αν όχι για τη σοσιαλδημοκρατία, εξαιτίας της συνθηκολόγησής της με το νεοφιλελευθερισμό, τουλάχιστον για τη ριζοσπαστική εκδοχή της. Προς το παρόν, όμως, το πολιτικό ρεύμα που φαίνεται να κερδίζει έδαφος είναι η ακροδεξιά, όπως έδειξαν τα πρόσφατα εκλογικά αποτελέσματα σε διάφορες χώρες της Ευρώπης.

Βεβαίως δεν είναι η πρώτη φορά που συμβαίνει αυτό: «Οι κρίσεις που σφράγισαν τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, δεν εξέθρεψαν μόνο την οκτωβριανή επανάσταση, τον εθνικοσοσιαλισμό και τον φασισμό, αλλά οδήγησαν επίσης στο Νιου Ντιλ του Ρούζβελτ και στα λαϊκά μέτωπα της Γαλλίας και της δημοκρατικής Ισπανίας» (Κ. Τσουκαλάς «Το Βήμα» 14-3-2010).

Κοντολογίς, για να γίνει η κρίση αφορμή για την έναρξη ενός νέου μεταρρυθμιστικού κύκλου, για να μην κυριαρχήσει η απεχθής ιδέα της ιδιωτικοποίησης των κερδών και της κοινωνικοποίησης των ζημιών, οι δυνάμεις που επαγγέλλονται την αλλαγή, εκτός από την οργάνωση της αντίστασης για να αντιμετωπιστούν οι επιθέσεις των ελίτ του χρήματος, πρέπει να διαθέτουν σχέδιο και μια ρεαλιστική στρατηγική που, χωρίς να αγνοεί το αύριο, δεν θα αδιαφορεί για το σήμερα.

Η ελληνική αριστερά, όμως, επιχειρεί να αποτρέψει τις δυσάρεστες για την πλειοψηφία των πολιτών εξελίξεις με τον ακτιβισμό και την αντι-συστημική ρητορική. Το ΚΚΕ αρνείται να μπει στη λογική των προτάσεων και επειδή πιστεύει ότι ο καπιταλισμός δεν παίρνει επιδιόρθωση, και επειδή οποιαδήποτε πολιτική που θα αποβλέπει στη βελτίωση του υπάρχοντος θα αποπροσανατολίσει το κίνημα και θα βγάλει από τον ορίζοντά του την προοπτική της ανατροπής.

Ετσι στα μέτωπά του περιλαμβάνονται ο ρεφορμισμός και ο οπορτουνισμός που εξωραΐζουν το σύστημα και είναι υπεύθυνοι για τη χειραγώγηση του φρονήματος των εργαζομένων. Μοναδική λύση λοιπόν «καμία ανοχή και υπακοή σε Ε.Ε., ΝΑΤΟ, ΔΝΤ, λαϊκή εξουσία, κοινωνικοποίηση των μονοπωλίων, αποδέσμευση από τους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς» («Ριζοσπάστης» 25-4-2010).

Από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ έχουμε μια πανσπερμία απόψεων. Το ζητούμενο είναι, όμως, πόσες απ' αυτές αντέχουν στη δοκιμασία της εφαρμογής. Για παράδειγμα:

1 Αναρωτιέται κανείς για το ρεαλισμό της θέσης που λέει ότι «πρέπει η Ελλάδα να κηρύξει παύση πληρωμών στους δανειστές της, αλλά να συνεχίσει να πληρώνει τους μισθούς των δημόσιων υπαλλήλων». Το ερώτημα πού θα βρει τα χρήματα για να καταβάλει τους μισθούς προφανώς είναι λεπτομέρεια.

2 Αναρωτιέται κανείς για τη σοβαρότητα της πρότασης που εισηγείται έξοδο από την ΟΝΕ με το σκεπτικό ότι «το κόστος της παραμονής είναι μεγαλύτερο από το κόστος της αποχώρησης». Επιστροφή μ' άλλα λόγια στη δραχμούλα με ό,τι αυτό θα συνεπάγεται για το εξωτερικό χρέος, τα εισοδήματα των λαϊκών στρωμάτων, την απασχόληση.

3 Αναρωτιέται κανείς αν έχει επαφή με την πραγματικότητα η πρόταση για «επαναδιαπραγμάτευση του χρέους, χωρίς όρους και με στόχο μια νέα ρύθμιση που θα περιλαμβάνει διαγραφή σημαντικού μέρους του χρέους, μείωση των επιτοκίων του υπολοίπου, μια ικανή περίοδο χάριτος και τη διεύρυνση του χρόνου αποπληρωμής του» (Π. Λαφαζάνης, «Η Αυγή», 25-4-2010).

Ετσι, δεν είναι να απορεί κανείς που ο Α. Τσίπρας διαπιστώνει ότι «δεν είναι εικόνα κόμματος αυτή που εκπέμπουμε». Και είναι βεβαίως προτιμότερο να αναγνωρίζεις πως «σ' αυτές τις συνθήκες το δυνατό χαρτί μας είναι να αποδείξουμε ότι στο ερώτημα τι εναλλακτικές λύσεις υπάρχουν -με το δεδομένο πλαίσιο ιδεών και με τους δεδομένους κοινωνικούς συσχετισμούς- δεν υπάρχει απάντηση» (Ε. Τσακαλώτος, «Η Αυγή», 24-4-2010).

Το «όχι σε όλα» στο όνομα ενός ακτινοβόλου μέλλοντος έχει ακροατήριο, μικρό μεν, αλλά υπαρκτό. Ο μαξιμαλισμός, όμως, που υποδύεται το ριζοσπαστικό ρεαλισμό κινδυνεύει να ξεπέσει στην αφέλεια.

pappas@enet.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια: