Tου Aντωνη Kαρκαγιαννη ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Σύμφωνοι. Η απεργία είναι σεβαστό και απαραβίαστο συνταγματικό δικαίωμα. Ας κάνουμε όμως μερικές παρατηρήσεις για τη μορφή που πήρε η απεργία στην πράξη και για το πώς εφαρμόζεται.
Τις τελευταίες δεκαετίες η απεργία και το δικαίωμά της περιορίζεται στον δημόσιο τομέα. Και δεν έχουμε καταπιεστικά μέτρα που περιόρισαν ή και εξαφάνισαν αυτό το δικαίωμα στον ιδιωτικό τομέα, όπου παράγεται ο πλούτος και όπου κυριαρχούν αμιγείς ταξικές συνθήκες εργασίας: ανταγωνιστικός μισθός, καθαρά ασφαλιστικά δικαιώματα, αυστηρό ωράριο εργασίας και προπαντός πειθαρχία εργασίας και έλεγχος της αποδοτικότητας, ποσοτικός και... ποιοτικός. Εκεί όπου υπάρχουν αυτοί οι όροι εργασίας που, καλοί ή κακοί, εν μέρει τουλάχιστον, πηγάζουν από την οργάνωση και τη φύση της παραγωγής, υπάρχουν πολλά και ουσιαστικά σημεία τριβής μεταξύ εργαζομένων και εργοδοτών και αναφύονται κάθε τόσο πραγματικά προβλήματα στις εργασιακές σχέσεις.
Και όμως, εκεί στον τεράστιο αυτό τομέα, σπάνια σημειώνονται απεργίες και μόνο από κλάδους που ανήκουν στον ιδιωτικό τομέα, αλλά έχουν να υπερασπιστούν σοβαρά κρατικά προνόμια, όπως οι ταξιτζήδες, οι ιδιοκτήτες βυτιοφόρων, οι δημοσιογράφοι και πολλοί άλλοι. Θα περίμενε κανείς ότι τα συνδικαλιστικά μας όργανα θα είχαν μελετήσει αυτή τη μορφή που πήρε το δικαίωμα της απεργίας που αποκαλύπτει ταυτόχρονα τη στρέβλωση και της οικονομίας και της κοινωνίας, αναδεικνύοντας δύο διαφορετικές ομάδες εργαζομένων, μια προνομιούχο με εργοδότη το κράτος και κυρίως με το προνόμιο της μονιμότητας (θα μπορούσαμε να την ονομάσουμε κρατικίστικη και κρατικοδίαιτη) και μια δεύτερη, όπου υπάρχουν εργαζόμενοι και εργοδότες και ταξικές σχέσεις μεταξύ τους, στις αμοιβές, στην ασφάλεια, στο ωράριο, στις συνθήκες εργασίας. Ανάλογη είναι και η εξέλιξη του συνδικαλιστικού κινήματος στον ένα τομέα και στον άλλο. Εκτός από το τεράστιο έλλειμμα αντιπροσώπευσης που ισχύει και στους δύο τομείς (τα περισσότερα σωματεία είναι απλές σφραγίδες) παρατηρούνται αλλοιώσεις στον χαρακτήρα και στη θέση των συνδικαλιστικών οργάνων. Τα συνδικαλιστικά όργανα του δημόσιου τομέα απαρτίζονται επίσης από δημοσίους υπαλλήλους, με μερικά προνόμια επιπλέον, συσπειρωμένους γύρω από ισχυρές κεντρικές οργανώσεις απροκάλυπτα κομματικοποιημένες και ταυτόχρονα κρατικίστικες, με σαφή πολιτικά κίνητρα και πολιτικές φιλοδοξίες (ΓΣΕΕ, ΑΔΕΔΥ, ΟΛΜΕ κ. λπ.).
Η στρέβλωση αυτή που ξεκινάει από την οικονομία με την ανάπτυξη του δημόσιου τομέα, την ιδιαιτερότητα των εργασιακών σχέσεων και προπαντός την τάση γενίκευσής τους εξάλειψε από το συνδικαλιστικό κίνημα τον ταξικό χαρακτήρα, κυρίως την ανεξαρτησία τους από το «κράτος - εργοδότη», τα συνέδεσε με εγωιστικές διεκδικήσεις τα μετέβαλε σε συντεχνίες, με μαξιμαλιστικά και εγωιστικά αιτήματα. Δεν είναι η πρώτη φορά που στρεβλώσεις στην οικονομία οδήγησαν σε συντεχνίες ισχυρές και δυναμικές σε πλήρη απουσία γενικευμένου και γνήσιου συνδικαλιστικού κινήματος. Θυμηθείτε τη «συνδικαλιστική έξαρση» των σταφιδοπαραγωγών και των καπνεργατών παλαιότερα, των οικοδόμων πιο πρόσφατα, των καθηγητών και πλήθος άλλων κλάδων του ευρύτερου δημόσιου τομέα.
Ανάλογες στρεβλώσεις έχει υποστεί και η άσκηση του δικαιώματος της απεργίας, ως προς τους φορείς και οργανωτές (τα συνδικάτα - συντεχνίες), τη λογική των διεκδικήσεων και τους επιδιωκόμενους σκοπούς. Τίθεται το ερώτημα αν η παραδοσιακή απεργία, στις σύγχρονες συνθήκες μεικτής οικονομίας, ιδιωτικής και κρατικής, αποτελεί πραγματικά μέσο διεκδίκησης ή μέσο κοινωνικής στρέβλωσης...
Ανακαλύπτοντας το γοητευτικό Μπάρι
Πριν από 19 δευτερόλεπτα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου